Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2015

Η υπονόμευση της δημοκρατίας

Δεν είναι η πιο πιθανή εξέλιξη, κανείς ωστόσο δεν μπορεί να το αποκλείσει, έστω ως θεωρητικό ενδεχόμενο: πρόεδρος στις ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ, πρόεδρος στη Γαλλία η Μαρίν Λεπέν και ...
.... βέβαια πρόεδρος στη Ρωσία ο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ο Πούτιν δημιουργεί συνθήκες κρίσης στα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης, ο Τραμπ μετατρέπει τις ΗΠΑ σε έναν απρόβλεπτο παράγοντα αστάθειας και βέβαια η Μαρίν Λεπέν υπονομεύει εκ των έσω το εγχείρημα Ενωμένη Ευρώπη: επιστροφή στα εθνικά σύνορα και στα εθνικά νομίσματα, ακύρωση της Ευρώπης ως ενιαίας οντότητας στις διεθνείς σχέσεις.
Οι μεταπολεμικές βεβαιότητες μοιάζει να αμφισβητούνται σχεδόν σε ολόκληρο τον πλανήτη και η προοπτική του τέλους της Ιστορίας και της επικράτησης του φιλελεύθερου δημοκρατικού μοντέλου της Δύσης γίνεται όλο και πιο απόμακρη. Αντιθέτως αυτά που κάποτε θεωρούσαμε ως ακροδεξιά - περιθωριακά κινήματα διαμαρτυρίας κερδίζουν διαρκώς έδαφος.
Μπορεί να συμβεί το απίστευτο; Κινδυνεύει πραγματικά η δημοκρατία -και μάλιστα εκεί που γεννήθηκε- στην Ευρώπη; Πριν απαντήσουμε αρνητικά, αξίζει να αναλογιστούμε ότι ιστορικά το δημοκρατικό μοντέλο της Δύσης αποτελεί την εξαίρεση. Ακόμα και μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες, στον Μεσοπόλεμο, οι δημοκρατίες αντιμετωπίζονταν ως κοινωνίες σε παρακμή, κατακερμα­τισμένες, σε διαρκή αναταραχή από ταξικές αντιπαλό­τητες και αδύναμες να αντιμετω­πίσουν τα προβλήματά τους.
Από τότε έως σήμερα βέβαια έχουν αλλάξει πολλά. Μιλάμε πια για κοινωνίες με ισχυρούς πλουραλιστικούς θεσμούς που προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα απέναντι στην εκτελεστική εξουσία. Ταυτόχρονα ωστόσο μια σειρά από παράγοντες υπονομεύουν αυτή τη δημοκρατική νομιμότητα.
Ο πρώτος σχετίζεται με την οικονομία, τις οικονομικές ανισότητες και την ανασφάλεια της εργασίας. Η σιγουριά της ισόβιας απασχόλησης σε μια δουλειά που εξασφαλίζει ικανοποιητικό εισόδημα δεν ισχύει πλέον. Ο ανταγωνισμός από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες και η νέα τεχνολογία έχουν οδηγήσει σε ριζικές ανατροπές με χαμένους, κυρίως, όσους εργάζονταν σε παραδοσιακούς τομείς.
Ο δεύτερος παράγοντας έχει να κάνει με την τρομοκρατία και τις μαζικές προσφυγικές ροές που δημιουργούν ένα περίπου μόνιμο καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Ακόμα και κοινωνίες παραδοσιακά ανοικτές στους ξένους, όπως οι σκανδιναβικές, υφίστανται μετάλλαξη. Η ανεκτικότητα σε διαφορετικές κουλτούρες και εθνικότητες αλλά και πλευρές της ζωής μας, που κάποτε θεωρούσαμε μέρος των ατομικών δικαιωμάτων, όπως η διασφάλιση της ιδιωτικότητας, διαρκώς υποχωρεί.
Ενα τρίτο, τέλος, στοιχείο που πολλοί θεωρούν καθοριστικό στην επέλαση του λαϊκισμού είναι η υποχώρηση των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης. Αυτό που ονομάζουμε δημόσια σφαίρα όλο και πιο πολύ αποτελείται από παράλληλους κόσμους και παράλληλες πραγματικότητες. Τα πιο εξωφρενικά ψέματα μπορούν να γίνονται πιστευτά και να προσδιορίζουν τις αντιλήψεις συγκεκριμένων ομάδων πολιτών. Ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να ισχυρίζεται ό,τι θέλει χωρίς αυτό να του κοστίζει το παραμικρό. Κι αν κάποτε ο δημοκρατικός έλεγχος εμποδιζόταν από τη μυστικοπάθεια και τον συγκεντρωτισμό του κράτους, σήμερα υπονομεύεται εξίσου από τον κατακερματισμό του ακροατηρίου.
Μπροστά σε αυτήν την επέλαση του ακροδεξιού λαϊκισμού οι κατεστημένες ευρωπαϊκές δυνάμεις, αριστερές και δεξιές, είναι διχα­σμένες και σε αμηχανία. Η προο­δευτική απάντηση θεωρεί ότι απαιτείται εμβάθυνση των ευρωπαϊκών θεσμών και μαζί χαλάρωση της λιτότητας ώστε να ξεπεραστεί η κρίση. Τα δεδομένα της ανεργίας, της ύφεσης και του χαμηλού πληθωρισμού ασφαλώς συνηγορούν σε μια τέτοια πολιτική. Οι ΗΠΑ που δεν προσχώρησαν στη λογική της λιτότητας έχουν ήδη μειώσει την ανεργία στο 5%, το μισό από την Ευρώπη, και το ΑΕΠ, αντί­θετα από της Ευρώπης έχει ξεπερά­σει το επίπεδο που ήταν προ κρίσης.
Ο αντίλογος σε αυτήν την πολιτική είναι ότι θα προκαλούσε ακόμα μεγαλύτερες αντιδράσεις και ενίσχυση της ακροδεξιάς. Ιδίως στις χώρες του Βορρά οι οποίες θεωρούν ότι απειλούνται από τα ελλείμματα του Νότου. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις προχθές ο κ. Σόιμπλε τάχθηκε κατά του σχεδίου για την ευρωπαϊκή εγγύηση των καταθέσεων. Με αυτά τα δεδομένα μια τέτοια στροφή δεν είναι πολιτικά ρεαλιστική. Ετσι η στρατηγική της κ. Μέρκελ -πρόσωπο της χρονιάς κατά το περιοδικό «Time»- είναι μια πολύ πιο σταδιακή προσέγγιση στην οικονομική ολοκλήρωση. Με αυστηρές διασφαλίσεις για τη δημοσιονομική πειθαρχία και με μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα. Μόνο με αυτόν τον τρόπο, πιστεύει, μπορεί να προχωρήσει η ενοποίηση χωρίς να ναυαγήσει στον ευρωσκεπτικισμό και χωρίς να κινδυνεύσει η οικονομία της. Το ερώτημα φυσικά είναι αν μέχρι τότε θα υπάρχει η Ευρώπη, τουλάχιστον με τη σημερινή της μορφή.
Το σίγουρο είναι ότι η πολιτική ατζέντα έχει αλλάξει. Κι αυτό αφορά άμεσα και την Ελλάδα. Μπορεί το Προσφυγικό και ο φόβος του Brexit να κάνουν τις ευρωπαϊκές ηγεσίες να θέλουν να αποφύγουν με κάθε τρόπο μια νέα κρίση με την Ελλάδα. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ωστόσο, το κλίμα που θα αντιμετωπίσουμε θα είναι πολύ πιο αρνητικό. Υπάρχουν πολλοί που απλώς έχουν βάλει στο ράφι το Grexit.

Δεν υπάρχουν σχόλια: