Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2009

Μπορεί το τύπωμα χρήματος από το πουθενά να βγάλει την οικονομία των ΗΠΑ από την κρίση;

του Μάνου Χατζαντωνάκη στην "Καθημερινή"
Η Fed έχει ήδη τυπώσει χρήματα από τον Αύγουστο για να χρηματοδοτήσει τη διάσωση του χρηματοοικονομικού κλάδου.

Ο δανεισμός και οι δαπάνες πέρα από τα κανονικά όρια παρέχουν μια εξήγηση για το πώς οι ΗΠΑ μπήκαν στην κακή οικονομική θέση που βρίσκονται. Για δεκαετίες, οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές «γιόρταζαν» αδιάλειπτα, λες και το βάρος και η τυραννία των χρεών είχε εξαφανιστεί.

Εξοπλισμένοι με πιστωτικές κάρτες και πίστη σε ένα καταπληκτικό μέλλον, οι Αμερικανοί αγόραζαν σπίτια, αμέτρητα iPod και ακριβά ρούχα, και ποτέ δεν τους ένοιαζε η πτώση των μισθών και των αποταμιεύσεών τους. Οι τράπεζες δάνειζαν μεγάλα ποσά σε ιδιοκτήτες κατοικιών ακόμη και αν είχαν κακό πιστωτικό ιστορικό, όντας πεπεισμένες ότι οι τιμές των ακινήτων θα κινούνταν μόνο ανοδικά. Το κράτος δαπανούσε κατά το δοκούν, πιστεύοντας ακράδαντα ότι οι ξένοι θα υπήρχαν πάντα για να χρηματοδοτούν το χρέος των ΗΠΑ.

Έτσι, μπορεί τώρα να φαίνεται περίεργο ότι σε αυτή τη νέα εποχή της κρίσης - με τους καταναλωτές ανήμπορους να ξοδέψουν, τα κρατικά ταμεία μισοάδεια και τις τράπεζες σε κατάσταση παραλυσίας - πολλοί οικονομολόγοι καταλήγουν ότι το κατάλληλο φάρμακο είναι μια νέα δόση αυτού ακριβώς που προκάλεσε την αναταραχή: δαπάνες χωρίς όριο. Τυπώνουμε χρήματα σήμερα, και θα ασχοληθούμε με τις επιπτώσεις αύριο. Σε διαφορετική περίπτωση, οι θέσεις εργασίας που έχουν χαθεί και οι καταρρεύσεις επιχειρήσεων μπορεί να ταλανίσουν το κράτος για πολλά χρόνια.

Αυτό το σκεπτικό κυριαρχεί καθώς ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, καταστρώνει σχέδια για δαπάνες μεγαλύτερες από 700 δισ. δολάρια για οδικά έργα, σχολεία και άλλες υποδομές, που θα δώσουν δουλειά σε πολλές χιλιάδες ανέργων. Αυτή είναι η φιλοσοφία της κεντρικής τράπεζας, Fed, πίσω από την απόφαση για μείωση των επιτοκίων σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα, πράγμα που σημαίνει ότι οι τράπεζες μπορούν ουσιαστικά να δανείζονται σχεδόν δωρεάν, ενώ απευθείας πιστώσεις θα δίνονται σε χρηματοοικονομικά ιδρύματα. Πρόκειται για μια νοοτροπία που ώθησε το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ να δεσμευτεί για οικονομική ενίσχυση 950 δισ. δολαρίων προς τη Wall Street, το Ντιτρόιτ (δηλ. τις αυτοκινητοβιομηχανίες) και πιθανόν και άλλους αποδέκτες.

Από που προέρχονται όμως όλα αυτά τα χρήματα; Και πώς μπορεί μια χώρα που έφτασε σε αυτό το «χάλι» εξαιτίας του χωρίς όρια δανεισμού και των δαπανών να ....
......χρησιμοποιήσει και πάλι τώρα την ίδια τακτική για να βγει από αυτή τη θέση;

Στην περίπτωση της κεντρικής τράπεζας, τα χρήματα προέρχονται από την εξουσία της να μπορεί να τυπώνει δολάρια από το τίποτε. Από τα τέλη Αυγούστου, η Fed έχει επεκτείνει τον ισολογισμό της από τα 900 δισ. δολάρια, σε περισσότερα από 2,2 τρισ. δολάρια, δημιουργώντας ένα ποσό 1,3 τρισ. δολαρίων που προηγουμένως δεν υπήρχε, για να αντικαταστήσει ορισμένα από τα τρισεκατομμύρια που εξανεμίστηκαν από την πτώση των τιμών των κατοικιών και τις εκδικητικές χρηματιστηριακές αγορές. Η Fed πήρε τα προβληματικά ενεργητικά από τα χέρια των τραπεζών και απλά τους έδωσε πίστωση με αποθεματικά που προηγουμένως δεν διέθετε.

Στην περίπτωση του υπουργείου Οικονομικών, τα χρήματα προέρχονται από την ίδια αστείρευτη πηγή που χρηματοδοτεί τα χρέη των ΗΠΑ για δεκαετίες: Τους επενδυτές - τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο εξωτερικό - περιλαμβανομένων ασφαλώς των κεντρικών τραπεζών της Κίνας, της Ιαπωνίας και της Σαουδικής Αραβίας, οι οποίες έχουν τοποθετήσει εθνικά κεφάλαια στη σιγουριά των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ.

Οι Αμερικανοί έχουν μάθει να θεωρούν την πηγή αστείρευτη, ακόμη και όταν αυξάνεται η ανησυχία τους ότι ίσως κάποια μέρα να στερέψει, με καταστροφικότατες συνέπειες.

Η αξία των εκκρεμών έντοκων γραμματίων του δημοσίου έχει φτάσει τα 10,6 τρισ. δολάρια, ένας αριθμός που σίγουρα θα αυξηθεί καθώς θα ξοδευθούν και άλλα δολάρια για την εκτέλεση έργων υποδομών, τη διάσωση θέσεων εργασίας από την αυτοκινητοβιομηχανία και την αποφυγή της κατάρρευσης γιγαντιαίων εταιρειών στεγαστικής πίστης που έχουν και κρατική στήριξη. Οι ανησυχίες εστιάζονται στην πιθανότητα να αμφισβητήσουν οι ξένοι επενδυτές την ικανότητα των ΗΠΑ να ξεπληρώσουν τα υπέρογκα χρέη τους, πράγμα που θα τους κάνει να διακόψουν, ή τουλάχιστον να μειώσουν, τις καταθέσεις τους στις ΗΠΑ.

Αυτό θα οδηγήσει σε καταποντισμό του δολαρίου καθώς θα κάνει τα εισαγόμενα προϊόντα πολύ ακριβότερα για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις στις ΗΠΑ. Θα αναγκάσει το υπουργείο Οικονομικών να καταβάλλει μεγαλύτερες αποδόσεις για να βρει αγοραστές που θα επενδύουν στα χρέη του, ανεβάζοντας κατ' επέκταση τον τόκο για τους αγοραστές κατοικίας και αυτοκινήτου, για τις επιχειρήσεις και τους κατόχους πιστωτικών καρτών.

«Φτάσαμε σε αυτό το χάλι κυρίως λόγω του υπερδανεισμού», αναφέρει ο Μάρτιν Μπέιλι, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων επί προεδρίας Μπιλ Κλίντον και σήμερα μέλος του ιδρύματος Brookings Institution. Συμπληρώνει δε ότι, «τώρα λέμε: ας δανειστούμε κάποια επιπλέον κεφάλαια για να μας βοηθήσουν να βγούμε από αυτή την κακή κατάσταση"… «Είναι σαν κάποιον μεθυσμένο που λέει 'Δώστε μου δύο ποτά ακόμη και θα φτιάξω'…"

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η στιγμή της ηρεμίας έπρεπε να έχει έρθει πριν από καιρό, και το μόνο που κάνει η αναβολή για αργότερα είναι να αυξάνει το τελικό κόστος. «Η κυβέρνησή μας δεν διαθέτει αρκετά χρήματα ούτε για να διασώσει ένα περίπτερο», δηλώνει ο Πίτερ Σκιφ, πρόεδρος της χρηματιστηριακής Euro Pacific Capital στο Κονέκτικατ. Συμπληρώνει δε χαρακτηριστικά ότι, «το επίπεδο ζωής μας πρέπει να χειροτερέψει έτσι ώστε να αντανακλά τα πολλά χρόνια της αλόγιστης κατανάλωσης και της αποσύνθεσης της βιομηχανικής μας βάσης. Μόνο εάν πάρουμε τώρα αυτό το πικρό φάρμακο θα μπορέσει η οικονομία να ανακάμψει».

Ωστόσο, οι περισσότεροι οικονομολόγοι θεωρούν ότι αυτό το σκεπτικό είναι εξαιρετικά ακραίο, και είναι σαν να βάζουμε έναν υπέρβαρο σε μια επικίνδυνα επίπονη και εξαντλητική δίαιτα προς χάριν της μακροπρόθεσμης υγείας. Υποστηρίζουν ότι δεν τώρα η ώρα για λιτότητα.

Από την εποχή της Μεγάλης Κρίσης, η συμβατική συνταγή για τέτοιες καταστάσεις είναι θα μεσολαβήσει το κράτος και να δημιουργήσει ζήτηση με το να τροφοδοτήσει με μεγάλα κεφάλαια τον κύκλο της οικονομίας, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και επιχειρηματικές ευκαιρίες.

Το γεγονός ότι αυτά τα κεφάλαια πρέπει να προέλθουν από δανεισμό δεν είναι καθόλου ιδανικό, και επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τη δύσκολη κατάσταση που αντιμετωπίζει η χώρα. Αλλά οι άμεσοι κίνδυνοι είναι πολύ μεγαλύτεροι εάν δεν γίνουν αυτές οι δαπάνες.

Το να βρεις όμως το κατάλληλο σημείο να δράσεις, λένε οι ειδικοί, είναι μάλλον περισσότερο τέχνη παρά επιστήμη. Η Fed μπορεί να κινηθεί πολύ γρήγορα και να βάλει εκ νέου την οικονομία σε πανικό. Ή, μπορεί να περιμένει υπερβολικά και να αφήσει έτσι τα πολλά χρήματα να δημιουργήσουν πληθωρισμό.

«Είναι μια λεπτή υπόθεση», λέει ο οικονομολόγος Άλαν Μέλτζερ από το Πανεπιστήμιο Carnegie Mellon και πρώην σύμβουλος του προέδρου Ρήγκαν, και συμπληρώνει ότι «δεν υπάρχει μαθηματικό μοντέλο που να μας υποδεικνύει πώς ή πότε να κινηθούμε».

Αυτό όμως είναι άλλου τύπου ανησυχία. Για ορισμένους νομοθέτες το ζήτημα είναι να αποτραπεί το αντίθετο πρόβλημα, δηλαδή ο αντιπληθωρισμός, ή η πτώση των τιμών που λόγω της μείωσης της ζήτησης θα οδηγήσει στο σημείο που τα προϊόντα θα στοιβάζονται και δεν θα υπάρχουν αγοραστές, γεγονός που θα ρίξει τις τιμές σημαντικά.

Έτσι, οι Αμερικανοί επιστρέφουν στην πηγή των χρημάτων, βάζοντας στην άκρη τις ανησυχίες τους για τα χρέη, αποδεσμεύοντας ένα ακόμη κύμα φτιαχτού χρήματος σε μια προσπάθεια να αποτρέψουν τη χειρότερη μιζέρια.

http://www.kathimerini.gr/ με πληροφορίες από IHT

5 σχόλια:

Παπουτσάκης είπε...

Ύφεση και στη φιλανθρωπία;
Η οικονομική επιβράδυνση θέτει νέα προσκόμματα στις φιλανθρωπικές οργανώσεις.
Η πορεία των προσφορών, που εξασφαλίζουν οι φιλανθρωπικές οργανώσεις αποτελεί έναν από τους πλέον δυσεπίλυτους γρίφους του 2009. Από τη μία, η οικονομική αναταραχή έχει περιορίσει σημαντικά τα κεφάλια σημαντικών δωρητών. Η επενδυτική εταιρία Berkshire Hathaway του Ουόρεν Μπάφετ έχασε το ένα τρίτο της αξίας της μέσα στο 2008, ενώ η κατάρρευση της «πυραμίδας» του Μπέρνι Μέιντοφ κατάφερε αποφασιστικό πλήγμα στις εβραϊκές φιλανθρωπικές οργανώσεις.

Από την άλλη, η φιλανθρωπία έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα ανθεκτική σε προηγούμενες οικονομικές κρίσεις. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930, οι φιλανθρωπικές δωρεές σημείωσαν άνοδο στις ΗΠΑ.

Τις θέσεις τους για το θέμα των φιλανθρωπικών δωρεών παρουσίασαν στις 4 Ιανουαρίου δύο Αμερικανοί επικεφαλής μεγάλων ιδρυμάτων. Ο Βάρταν Γκρεγκόριαν, πρόεδρος του ιδρύματος Carnegie και ο Πολ Μπρεστ, πρόεδρος του ιδρύματος Hewlett, παραδέχθηκαν ότι τα αποθεματικά κεφάλαιά τους μειώθηκαν σημαντικά μέσα στο περασμένο έτος, παρά την υιοθέτηση του «προτύπου Yale» στις επενδυτικές τους δραστηριότητες. Και οι δύο πρόεδροι επανέλαβαν την πίστη τους στο πρότυπο Yale, που βασίζεται στους πολύ μακροπρόθεσμους επενδυτικούς στόχους, αναφέροντας ότι αυτό συνέβαλε σε σημαντικό περιορισμό των απωλειών.

Ο κ. Γκρεγκόριαν, όμως, επεσήμανε ότι η μεγάλη έκθεση του προτύπου Yale σε εναλλακτικά χρηματιστηριακά προϊόντα, προκάλεσε πρόβλημα ρευστότητας στο ίδρυμα Carnegie. Αν και τα κεφάλαια του ιδρύματος είναι περιορισμένα σε σχέση με πέρσι, παραμένουν σημαντικά, ξεπερνώντας τα 2 δισ. δολάρια. Ανάλογη εικόνα παρουσιάζει και ο κ. Μπρεστ για το ίδρυμα Hewlett.
Και τα δύο ιδρύματα αναφέρουν ότι θα τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για το 2009, αν και ομολογούν ότι οι περικοπές θα είναι αναπόφευκτες το 2010. Στο ίδρυμα Carnegie, τα ανώτατα στελέχη επέλεξαν να παγώσουν τους μισθούς τους και να εγκαταλείψουν τις αεροπορικές μετακινήσεις σε πρώτη θέση, σε μία προσπάθεια να περιορίσουν τις δαπάνες.

Ο κ. Μπρεστ τονίζει ότι η μετατόπιση στο κέντρο βάρους των φιλανθρωπικών δωρεών από μακροπρόθεσμα κοινωνικά προγράμματα σε βραχυπρόθεσμες πρωτοβουλίες αντιμετώπισης των συμπτωμάτων της κρίσης, θα αποτελούσε σοβαρά σφάλμα. Για το λόγο αυτό, το ίδρυμα Hewlett θα συνεχίσει τη χρηματοδότηση μελετών για την κλιματική αλλαγή και το ίδρυμα Carnegie θα ενισχύσει τις προσπάθειές του για περιορισμό της εξάπλωσης των πυρηνικών όπλων.

Την ίδια ώρα, ο κ. Μπρεστ εκτιμά ότι η οικονομική κρίση θα οδηγήσει σε χρήσιμο ξεκαθάρισμα στο χώρο των φιλανθρωπικών οργανώσεων, που ξεπερνούν σήμερα τα 1,6 εκατομμύρια ιδρύματα στις ΗΠΑ. Πολλές από τις οργανώσεις αυτές έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικές και σπάταλες και για το λόγο αυτό θα έπρεπε να ακολουθήσουν το παράδειγμα των κερδοσκοπικών επιχειρήσεων, προχωρώντας σε συγχωνεύσεις και σε συνασπισμούς.

www.kathimerini.gr με στοιχεία από The Economist
http://portal.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathextra_1_09/01/2009_262702

Παπουτσάκης είπε...

Οικονομικά προβλήματα για την Κίνα τη χρονιά του βοδιού
Οι Κινέζοι ηγέτες βρίσκονται αντιμέτωποι με πραγματική καταιγίδα. Οι ρυθμοί ανάπτυξης, που διατήρησαν το Κομμουνιστικό Κόμμα στην εξουσία, σημειώνουν κάμψη. Η νέα μεσαία τάξη, όψιμος συμπαραστάτης της κομματικής ισχύος, βυθίζεται στην ανέχεια. Την ίδια στιγμή, οι ερχόμενοι μήνες είναι γεμάτοι με πολιτικά κρίσιμες επετείους, που θα στρέψουν το νου των ταλαιπωρημένων πολιτών στις αδυναμίες του κόμματος. Η παγκόσμια οικονομική κρίση δημιουργεί σήμερα συνθήκες, που θα ευνοούσαν ακόμη και κατάρρευση του κινεζικού κρατικού οικοδομήματος, καθώς η εκπόνηση αξιόπιστων προβλέψεων για το μέλλον της οικονομίας είναι αυτή τη στιγμή αδύνατη.

Άλλος σημαντικός αστάθμητος παράγοντας είναι η συμπεριφορά των Κινέζων καταναλωτών. Κινέζοι δημοσιογράφοι έλαβαν αρχικά εντολές να αποκρύπτουν κάθε στοιχείο, που θα αποδείκνυε ότι η χώρα πλήττεται από την κρίση. Τα δυσμενή οικονομικά στοιχεία, όμως, υποχρέωσαν εντέλει τις αρχές να επιτρέψουν την ελεύθερη μετάδοση ειδήσεων, που περιλαμβάνουν διακοπή λειτουργίας εργοστασίων και εργατικές εξεγέρσεις, χωρίς ωστόσο τα «δυσάρεστα» αυτά γεγονότα να προβάλλονται υπέρ το δέον.

Οι μεγάλες επέτειοι του 2009 θα είναι οι πιο δύσκολες για την κινεζική ηγεσία. Η κινεζική Πρωτοχρονιά στις 26 Ιανουαρίου είναι μία από αυτές. Οι εσωτερικοί μετανάστες, που στελεχώνουν τις γραμμές παραγωγής στα εργοστάσια των πόλεων έχουν ήδη αρχίσει να επιστρέφουν στα χωριά τους για τις γιορτές. Μόλις, όμως, διαπιστώσουν ότι σε πολλές περιπτώσεις οι εργοδότες τους δεν τους πλήρωσαν, το ξέσπασμα ταραχών θεωρείται αναπόφευκτο.

Η προσοχή στις αρχές Μαρτίου θα εστιασθεί στο Θιβέτ, όταν στις 10 του μήνα θα συμπληρωθούν 50 χρόνια από τη θιβετιανή εξέγερση, που οδήγησε τον Δαλάι Λάμα στην ινδική του αυτοεξορία. Κάθε σφάλμα των αρχών μπορεί να προκαλέσει νέο ξέσπασμα εθνικισμού, όπως αυτό του Μαρτίου 2008.



Το Μάρτιο και πάλι, η κινεζική εθνοσυνέλευση θα συγκεντρωθεί για την ετήσια ολομέλεια του σώματος, ενώ η οικονομική κρίση ίσως δώσει αφορμή για ρηξικέλευθες και ανατρεπτικές τοποθετήσεις.

Η 4η Ιουνίου είναι η 20η επέτειος της αιματηρής καταστολής των διαδηλώσεων της πλατείας Τιεναμνέν. Αν και πολλοί νέοι Κινέζοι εκφράζουν την αδιαφορία τους για το επεισόδιο αυτό, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ακτιβιστές θα προσπαθήσουν να γιορτάσουν την επέτειο.

Στις 22 Ιουλίου συμπληρώνονται δέκα χρόνια από την απαγόρευση της βουδιστικής αίρεσης των Φαλούν Γκονγκ. Η επέτειος θα αποτελέσει ένδειξη της ισχύος που απολαμβάνει η αίρεση στην κινεζική κοινωνία.

Οι αρχές θα προσπαθήσουν, όμως, να γιορτάσουν με λαμπρότητα την 60η επέτειο της ίδρυσης της Λαϊκής Δημοκρατίας, την 1η Οκτωβρίου, ίσως με τη διοργάνωση μεγάλης στρατιωτικής παρέλασης στο κέντρο του Πεκίνου.

Οι αισιόδοξοι εκτιμούν ότι οι σημαδιακές αυτές ημερομηνίες θα βοηθήσουν στην ταχύτερη ανάκαμψη της κινεζικής οικονομίας, χάρη στις μεγάλες κρατικές δαπάνες, που συνοδεύουν τον εορτασμό τους. Τα μέτρα που έλαβε η Κίνα το 1998, για την αντιμετώπιση της ασιατικής νομισματικής κρίσης, άνοιξαν το δρόμο για τη σημερινή οικονομική επιτυχία της χώρας.

Αν, όμως, οι αισιόδοξοι κάνουν λάθος, η Κίνα θα εισέλθει σε περίοδο αντιπαράθεσης με τη Δύση, με μέτρα εμπορικού προστατευτισμού και απεγνωσμένες προσπάθειες διατήρησης της εσωτερικής σταθερότητας.

www.kathimerini.gr με στοιχεία από The Economist
http://portal.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathextra_1_09/01/2009_262654

Παπουτσάκης είπε...

Ξεχάστε το 2009, ελπίζουμε στο 2010, λένε οικονομικοί αναλυτές στην Αυστραλία

Αναπόδραστη θεωρείται η ύφεση για την Αυστραλία, καθώς η ανεργία αναμένεται να αυξηθεί περισσότερο από όσο υπολόγιζαν οι αναλυτές. Αδύναμα σημεία της οικονομίας της Αυστραλίας, όπως η υποχώρηση των εξαγωγικών εσόδων και η επιβράδυνση των επιχειρηματικών επενδύσεων, κάνουν τους αναλυτές να πιστεύουν ότι η χώρα δεν θα εξέλθει από την οικονομική στενωπό πριν το 2010.

Για την Κεντρική Τράπεζα της χώρας αυτό σημαίνει ότι ίσως χρειαστεί να προχωρήσει σε νέα μέτρα, μετά την δραστική μείωση των επιτοκίων της τάξης του 3%, στην οποία προέβη στις αρχές Νοεμβρίου. Κάτι τέτοιο, όμως, μπορεί να προκαλέσει απότομη πτώση της αξίας του αυστραλιανού δολαρίου, ενώ η οικονομική ύφεση, που ήδη μαστίζει την κινεζική οικονομία (ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Καμπέρα) σημαίνει ότι η ποθητή ανάκαμψη δεν θα έλθει στην Αυστραλία πριν το 2010.

Αν και το ποσοστό ανεργίας στη χώρα δεν ξεπέρασε το 4,4% στο κλείσιμο του 2008, θεμελιώδεις οικονομικοί δείκτες, όπως αυτός της προσφοράς θέσεων εργασίας και εκείνος που καταγράφει την εταιρική εμπιστοσύνη, καταδεικνύουν τα μελλοντικά προβλήματα, που θα αντιμετωπίσει η χώρα.

Κατά τη διάρκεια της τελευταίας οικονομικής ύφεσης, που έπληξε την Αυστραλία το 1991, το ποσοστό ανεργίας έφθασε το 10,1%.

Η αυξανόμενη ανεργία μπορεί, όμως, να βοηθήσει μακροπρόθεσμα την Αυστραλία, καθώς θα οδηγήσει τα νοικοκυριά της χώρας -που είναι μεταξύ των πλέον χρεωμένων στον κόσμο- να αποταμιεύσουν περισσότερα. Οι οικιακές αποταμιεύσεις, ως ποσοστό του αυστραλιανού ΑΕΠ, αναμένεται να σημειώσουν φέτος αύξηση της τάξης του 5-6%, σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

www.kathimerini.gr με στοιχεία από AFP
http://portal.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathextra_1_07/01/2009_262462

Παπουτσάκης είπε...

Μπορούν οι ΗΠΑ να δαπανήσουν όσο χρειάζεται;
Ανησυχία προκαλεί σε Οικονομολόγους η δυσχέρεια στην απορρόφηση ομοσπονδιακών κεφαλαίων στις ΗΠΑ.
Οι γραφειοκράτες της Ουάσιγκτον έχουν αποκτήσει τη φήμη ότι μπορούν να δαπανήσουν τα χρήματα των φορολογούμενων με ιδιαίτερη ταχύτητα. Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, όμως, ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η οικονομική ομάδα του νεοεκλεγέντος προέδρου, Μπαράκ Ομπάμα, είναι ότι τα κρατικά κεφάλαια δεν απορροφούνται όσο γρήγορα θα έπρεπε. Το πακέτο οικονομικών μέτρων του Ομπάμα για την τόνωση της αμερικανικής οικονομίας εξαρτάται άμεσα από την ταχεία διοχέτευση δισεκατομμυρίων δολαρίων από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, στην οικονομία με στόχο τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Η έμφαση δίνεται στις φοροαπαλλαγές και τις κρατικές δαπάνες. Το πακέτο οικονομικών μέτρων, ύψους 675 -775 δισ. δολαρίων, όμως, μοιάζει να περιέχει σημαντικά χρηματικά κεφάλαια, τα οποία δεν θα ξοδευτούν για χρόνια, όπως αυτά που αφορούν μεγάλα αρδευτικά έργα, την ανοικοδόμηση του δικτύου ηλεκτρικού ρεύματος και την αγορά εξοπλισμού υψηλής τεχνολογίας για ενίσχυση των υγειονομικών υπηρεσιών στις ΗΠΑ. Ορισμένοι Ρεπουμπλικανοί επικριτές των Δημοκρατικών υποστηρίζουν ότι η ηγετική ομάδα του Ομπάμα εκμεταλλεύεται την οικονομική κρίση για να χρηματοδοτήσει μελλοντικά και μακροπρόθεσμα σχέδια, αντί να περιμένει λίγα χρόνια για αποκλιμάκωση της πιστωτικής κρίσης. Την ίδια ώρα, ακόμη και συνεργάτες του Μπαράκ Ομπάμα προειδοποιούν ότι η διαρκής διόγκωση του πακέτου οικονομικών μέτρων οδηγεί σε περιορισμό της αποτελεσματικότητάς του.

«Είναι πολύ δύσκολο να αποφασίσουμε ποια μέτρα, που μπορούν να χρηματοδοτηθούν άμεσα, θα αποδειχθούν αποτελεσματικά σε βάθος χρόνου», λέει ο πρώην επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, Ντάγκλας Χολτς-Ίκιν. Αξιωματούχοι της ομάδας Ομπάμα υπόσχονται να επιβάλουν κανόνες άμεσης υποχρεωτικής απορρόφησης κεφαλαίων, στις πολιτείες που θα ευνοηθούν από το πακέτο οικονομικής στήριξης. Μία τέτοια προσέγγιση θα ωθήσει, όμως, τοπικούς αξιωματούχους να επιλέγουν συστηματικά τη χρηματοδότηση προγραμμάτων με εύκολη απορρόφηση κεφαλαίων, αντί αυτών με μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.

Πολλά μέρη του προγράμματος οικονομικής ανόρθωσης του Ομπάμα αφορούν την άμεση διοχέτευση κεφαλαίων στην οικονομία. Σε αυτά περιλαμβάνονται 200 δισ. δολάρια, που θα λάβουν οι κυβερνήσεις αμερικανικών πολιτειών, ώστε να μην αναγκαστούν να καταφύγουν σε απολύσεις προσωπικού και φορολογικές αυξήσεις. Οικονομολόγοι εκτιμούν, όμως, ότι η αμερικανική οικονομία χρειάζεται ακόμη μεγαλύτερα εμβάσματα ομοσπονδιακών κεφαλαίων για να αποφύγει την ύφεση. Αυτό σημαίνει μαζικές επενδύσεις σε δημόσια έργα, όπως την επισκευή αυτοκινητοδρόμων και γεφυρών, αντιπλημμυρικά έργα, την αναβάθμιση σχολικών αιθουσών και δημόσιων κτιρίων, καθώς και την επέκταση υπαρχόντων αεροδρομίων. Τέτοια έργα, όμως, θα απαιτήσουν πολλά χρόνια για να ολοκληρωθούν, ενώ ανάλογα με τη χρονική διάρκεια της κρίσης, το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης των έργων αυτών μπορεί να αρχίσει αφού η αμερικανική οικονομία θα έχει αρχίσει ήδη να ανακάμπτει.

Ο Μπαράκ Ομπάμα και η σύμμαχός του, πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι, επιμένουν ότι το πακέτο μέτρων τους έχει μακροπρόθεσμα χρονικό ορίζοντα. «Δεν πρόκειται για πρόγραμμα δημόσιων έργων, σαν εκείνο της δεκαετίας του 1930, αλλά για νέο πρόγραμμα, προσαρμοσμένο στην παρούσα συγκυρία», είπε η κ. Πελόζι.

www.kathimerini.gr με στοιχεία από AP
http://portal.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathextra_1_05/01/2009_262237

Παπουτσάκης είπε...

Υποχώρησαν οι «διαδικτυακές» μετοχές το 2008
Την κατιούσα πήραν οι μετοχές εταιριών του Ίντερνετ μέσα στο 2008, καθώς οι κολοσσοί του χώρου Google και Yahoo υπέστησαν σοβαρό πλήγμα από την πτώση των λιανικών πωλήσεων και των διαφημιστικών εσόδων τους.

Δύο παράγοντες, όμως, βοήθησαν τον τομέα των εταιριών του Ίντερνετ να αποφύγει την κατάρρευση: τα μεγάλα αποθέματα ρευστού, τα οποία είχαν αποταμιεύσει οι δύο εταιρίες (11 δισ. δολάρια σε μετρητά για την Google και 3 δισ. για τη Yahoo) και οι ιντερνετικές διαφημίσεις, που δεν υποχώρησαν στα ίδια ποσοστά με τη συμβατική διαφήμιση. Σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Διαδικτυακής Διαφήμισης των ΗΠΑ, τα συνολικά έσοδα των διαφημίσεων στο Ίντερνετ ήταν της τάξης των 17,3 δισ. δολαρίων για τους πρώτους εννέα μήνες του έτους, από 15,2 δισ. που ήταν την ίδια περίοδο του 2007.

Ιδιαίτερα ταραχώδης ήταν η χρονιά για την εταιρία Yahoo. Η εταιρία αντιμετώπισε πρόταση εξαγοράς από τη Microsoft, που της προσέφερε 33 δολάρια ανά μετοχή, προτού οι συνομιλίες καταρρεύσουν, καθώς ο πρόεδρος και ιδρυτής της Yahoo, Τζέρι Γιάνγκ, ζητούσε 37 δολάρια ανά μετοχή.

Το Νοέμβριο, η εταιρία απέτυχε να συμφωνήσει με την Google σε σχέδιο κοινής προβολής διαφημιστικού υλικού, ενώ την ίδια περίοδο, ο Τζέρι Γιάνγκ ανακοίνωσε την πρόθεσή του να αποσυρθεί. Η τιμή της μετοχής της Yahoo υποχώρησε κατά 9% μέσα στο 2008.

Την ίδια περίοδο, η τιμή της μετοχής της Google υποχώρησε κατά 56%, εξαιτίας φόβων για μειωμένη κερδοφορία.

Ημι-αγωγοί

Ακόμη χειρότερη εικόνα επικράτησε το 2008 στον πολλά υποσχόμενο τομέα των αμερικανικών εταιριών κατασκευής ημι-αγωγών, με τις τιμές των μικροτσίπ να υποχωρούν με γοργούς ρυθμούς, πορεία την οποία ακολούθησε και η ζήτηση για μικροεπεξεργαστές ηλεκτρονικών υπολογιστών.

«Η κατάσταση υπήρξε τραγική όλο το χρόνο και θα παραμείνει τέτοια», λέει ο Άβι Κοέν, στέλεχος της Avian Security.

Ακόμη και η εταιρία Intel, που διατήρησε την ηγετική της θέση, υπέστη σοβαρά πλήγματα στο χρηματιστήριο. Ο μεγαλύτερος κατασκευαστής μικροεπεξεργαστών στον κόσμο ανέφερε μεν αύξηση κερδών της τάξης του 7,5% (5,1 δισ. δολάρια κέρδη), έχασε όμως, τεράστια ποσά από την υποχώρηση στην τιμή της μετοχής της, που έχασε 49% της αξίας της μέσα στο 2008. Η τιμή των μετοχών της ανταγωνίστριας της Intel, της Advance Micro Systems, υπέστη καίριο πλήγμα, υποχρεώνοντας την εταιρία να προβεί σε 2.100 απολύσεις.

Στο μεταξύ, οι ειδικοί αναφέρουν ότι το 2009 δεν θα φέρει ανάκαμψη, με προβλέψεις για υποχώρηση των πωλήσεων μικροτσίπ της τάξης του 5%. Τα τσιπ μνήμης αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα προβλήματα στον τομέα των ημιαγωγών. Η υπερπροσφορά τέτοιων τσιπ οδήγησε την τιμή τους σε ελεύθερη πτώση, πριν ακόμη ξεσπάσει η παρούσα οικονομική κρίση.

www.kathimerini.gr με στοιχεία από AP
http://portal.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathextra_1_03/01/2009_262117