Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2008

Οι οικονομικές επιδόσεις των πρώην προέδρων της Αμερικής.

5 σχόλια:

Παπουτσάκης είπε...

Η κρίση ισχυροποιεί γιεν και δολάριο
Κερδισμένα βγαίνουν το αμερικανικό δολάριο και το ιαπωνικό γιεν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.

Τα δύο νομίσματα θεωρούνται ασφαλή καταφύγια γιατί οι τράπεζές τους έχουν δανείσει λιγότερα χρήματα από τις τράπεζες άλλων χωρών στις αναδυόμενες αγορές. Αντιθέτως, οι μεγάλοι χαμένοι είναι το ευρώ και η βρετανική λίρα.

Οι επενδυτές χρησιμοποιούν δάνεια σε δολάρια ώστε να επενδύουν σε οποιαδήποτε χώρα, ωστόσο η κρίση χειροτέρεψε και οι τράπεζες, που υποφέρουν από έλλειψη ρευστού και οι δανειστές τους ζητούν πίσω αυτά τα δάνεια. Η κίνηση αυτή οδήγησε στην άνοδο του δολαρίου. Την ίδια στιγμή το γιεν κέρδισε από το τέλος «του πολέμου του κάρι», όπου οι επενδυτές μετέφεραν τα χρήματά τους από την Ιαπωνία, όπου τα επιτόκια ήταν παραδοσιακά χαμηλά, σε χώρες με υψηλότερα επιτόκια.

Από την άλλη πλευρά η λίρα δέχθηκε ένα ισχυρό πλήγμα από την αδυναμία της βρετανικής οικονομίας απέναντι στην χρηματοπιστωτική κρίση και τις εκτιμήσεις για περεταίρω μείωση των επιτοκίων στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εν τω μεταξύ, το ευρώ έχασε μέρος της αξίας του εξαιτίας της ανησυχίας ότι η Ευρώπη ήταν εκτεθειμένη στην κρίση, λόγω των στενών οικονομικών δεσμών της με τις αναδυόμενες αγορές, κυρίως με αυτές της ανατολικής Ευρώπης.



Το δολάριο σε άνοδο

Το δολάριο φαίνεται πως βγαίνει κερδισμένο από τη χρηματοπιστωτική κρίση. Καθώς η στρόφιγγα του δανεισμού κλείνει, οι τράπεζες ζητούν πίσω τα χρήματα που έχουν δανείσει. Αυτό σημαίνει πως οι δανειολήπτες θα πρέπει να αγοράσουν δολάρια προκειμένου να ξεπληρώσουν το δάνειο που έχουν σ' αυτό το νόμισμα.

Με αυτό τον τρόπο η τιμή του δολαρίου συνεχίζει την ανοδική της πορεία. Παράλληλα, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες αντιμετωπίζουν τεράστιο πρόβλημα να ξεπληρώσουν τα χρέη τους, καθώς οι αμερικανικές τράπεζες αρνούνται να δανείσουν σε δολάριο στο εξωτερικό.

Το συνολικό ποσό δανεισμού σε χώρες του εξωτερικού φτάνει, σύμφωνα με διεθνείς οίκους, το ποσό των 2,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο έχει δοθεί σε ξένα νομίσματα σε αναδυόμενες αγορές. Επιπλέον, οι επενδυτές μετατρέπουν τα χρήματά τους σε δολάρια, καθώς αισθάνονται μεγαλύτερη ασφάλεια με το αμερικανικό νόμισμα.

Το χρηματιστήριο συναλλάγματος (ICE) που διαπραγματεύεται το αμερικανικό δολάρια έναντι έξι μεγάλων νομισμάτων, αυξήθηκε 21% από τον Ιούλιο, το υψηλότερο σημείο από τον Οκτώβριο 2006. Το δολάριο έχει κερδίσει δυόμισι φορές την αξία του απέναντι στο ευρώ και βρίσκεται στην πιο δυνατή θέση έναντι της βρετανικής λίρας τα τελευταία έξι χρόνια.

Ορισμένοι χρηματιστές συναλλάγματος εκτιμούν πως το δολάριο θα εξισωθεί με το ευρώ. Χαρακτηριστικό είναι πως ο Χανς Ρέντεκερ, στέλεχος της BNP Paribas στο Λονδίνο, δηλώνει ότι η παγκόσμια κρίση «θα φανερώσει τη δύναμη του δολαρίου».

Είναι επίσης πιθανό ότι η προσμονή για μείωση των αμερικανικών επιτοκίων, μπορεί να αντισταθμίσει τη ζήτηση για το δολάριο, καθώς τα επιτόκια στις ΗΠΑ είναι τα χαμηλότερα ανάμεσα στην ομάδα των επτά πιο αναπτυγμένων οικονομικά χωρών (G7), πέραν της Ιαπωνίας.

Άλλος ένας πιθανός περιορισμός στην άνοδο του δολαρίου, ενδέχεται να είναι ο δανεισμός των ΗΠΑ για να πληρώσει τις εγγυήσεις για τις τράπεζες και για να καλύψει το έλλειμμα του προϋπολογισμού της. Παρόλα αυτά, οι περισσότεροι χρηματιστές συναλλάγματος εκτιμούν ότι το δολάριο θα συνεχίσει να ενισχύεται τους επόμενους μήνες.

Το ανερχόμενο Γιεν

Το ιαπωνικό γιεν είναι ο έτερος κερδισμένος της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Μάλιστα βρίσκεται στην υψηλότερη τιμή έναντι του δολαρίου τα τελευταία δεκατρία χρόνια, παρά την ενδυνάμωση του αμερικανικού νομίσματος.

Δύο είναι οι σημαντικοί παράγοντες για την εξέλιξη αυτή. Πρώτον, ότι τελείωσε ο «πόλεμος του κάρι» και δεύτερον, ότι οι επενδυτές ανησυχώντας για την κρίση και την ασφάλεια των χρημάτων τους, ξεπληρώνουν τα δάνεια που έχουν σε γιεν, για να τα μεταφέρουν αλλού. Με την αποπληρωμή των δανείων όμως, υπάρχει μια ενισχυμένη ροή στην επιστροφή χρημάτων στην Ιαπωνία, που οδηγεί στην ενδυνάμωση του γιεν.



Για τις μεγάλες ιαπωνικές εταιρείες όμως, η ξαφνική ενίσχυση του γιεν είναι μία άσχημη εξέλιξη, καθώς τα προϊόντα τους θα πωλούνται πιο ακριβά στο εξωτερικό και θα πληγούν οι εξαγωγές τους.

Οι μετοχές κορυφαίων εταιρειών όπως η Sony και η Toyota έχουν δεχθεί ισχυρό πλήγμα, παρότι η κυβέρνηση της Ιαπωνίας αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να διοχετεύσει χρήμα στις τράπεζες, προκειμένου να «ηρεμήσουν» οι αγορές.

Την ανησυχία τους για την αλματώδη άνοδο του γιεν έχουν εκφράσει και οι χώρες του G7. «Θα παρακολουθούμε στενά τις αγορές και θα συνεργαστούμε αναλόγως» αναφέρει η ανακοίνωση της Ομάδας.

Υποχώρηση της λίρας και του ευρώ

Στο Ηνωμένο Βασίλειο συνεχίζεται η πτωτική πορεία της λίρας έναντι του δολαρίου, ενισχύοντας τους φόβους για ύφεση της βρετανικής οικονομίας και τις εκτιμήσεις ότι η Τράπεζα της Αγγλίας θα προχωρήσει σε περεταίρω μείωση των επιτοκίων. Μόλις τις 22 Οκτωβρίου το Λονδίνο μείωσε το βασικό επιτόκιο στο 4,5% σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί η οδυνηρή ύφεση. Ωστόσο, την Παρασκευή ανακοινώθηκε ότι για πρώτη φορά τα τελευταία 16 χρόνια, η βρετανική οικονομία μειώθηκε κατά 0,5% στο τρίτο τρίμηνο του 2008, ενισχύοντας και τους φόβους για ύφεση.



Η πτώση του ευρώ

Το ευρώ βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με το δολάριο εδώ και δύο χρόνια και δέχεται πιέσεις από δύο πλευρές. Πρώτον, εξαιτίας της ανησυχίας που επικρατεί για το πόσο εκτεθειμένη είναι η ΕΚΤ από τις επενδύσεις στις αναπτυσσόμενες αγορές. Δεύτερον, από την αναμονή για μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ.

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν δανείσει μεγάλα ποσά στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που ταλανίζονται από την κρίση, όπως η Ουκρανία, η Ουγγαρία και η Λευκορωσία. Μάλιστα, Βουδαπέστη και Κίεβο στράφηκαν προς το ΔΝΤ για οικονομική στήριξη, ενώ αναμένεται ν' ακολουθήσουν κι άλλες χώρες.

Σύμφωνα με τον Χανς Ρέντεκερ «από την ευρωπαϊκή προοπτική η ύφεση κερδίζει έδαφος στην πίσω αυλή της ευρωζώνης, κάτι που δείχνει πως οι εταιρείες εξαγωγής της περιοχής θ' αντιμετωπίσουν μία δύσκολη περίοδο».

Οι αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές αγορές είναι ήδη υπό μεγάλη πίεση, ενώ η κρίση περνάει στις συναλλαγματικές αγορές. Εάν το τραπεζικό σύστημα της Γηραιάς Ηπείρου υποστεί πλήγμα, αυτό θα ενισχύσει τις οικονομικές απώλειες, για τις οποίες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να εγγυηθούν 1,7 τρισεκατομμύρια ευρώ.

Η αδυναμία του ευρώ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κατάσταση που επικρατούσε τον Ιούλιο, όπου το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα βρισκόταν στο ιστορικό υψηλό έναντι του δολαρίου (1,6038 δολ.). Πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί ανησυχούσαν από την υψηλή αξία του ευρώ και για τις επιπτώσεις που θα είχε αυτό στις εξαγωγές.

www.kathimerini.gr με πληροφορίες από BBC

Παπουτσάκης είπε...

Ο καπιταλισμός σε κρίσιμη καμπή
Εν μέσω χρηματοπιστωτικής κρίσης οι κυβερνήσεις στη Δύση προσπαθούν να σώσουν τις οικονομίες τους από την ύφεση και αναζητούν τον καλύτερο δυνατό τρόπο και τον λιγότερο επώδυνο.


Του Νίκου Ιτσινέ
nitsines@kathimerini.gr

Η ελεύθερη αγορά και το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκονται στην πυρά. Στη Βρετανία, το λίκνο του σύγχρονου καπιταλισμού, η κυβέρνηση εθνικοποίησε μεγάλο μέρος του τραπεζικού συστήματος, ενώ στις ΗΠΑ η κυβέρνηση Μπους υποσχέθηκε βοήθεια ύψους 250 δισεκ. δολαρίων στις τράπεζες της χώρας. Άλλες δυτικές κυβερνήσεις προχωρούν σε μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Την ίδια στιγμή η Ασία κοιτάζει με περιέργεια προς την Ευρώπη και την Αμερική. Μάλιστα, Κινέζοι αξιωματούχοι σχολίασαν πρόσφατα: «Οι δάσκαλοι έχουν μερικά προβλήματα».

Από την άλλη πλευρά ο Νικολά Σαρκοζί επεσήμανε πως «η αυτορύθμιση των αγορών έχει τελειώσει. Το laissez-faire έφτασε στο τέλος του». Η δυτική οικονομία κινείται πλέον σε ρυθμούς «κρατικοποιήσεων». Όλες οι ενδείξεις δείχνουν προς μία οικονομία, όπου το κράτος θα παίζει μεγαλύτερο ρόλο και όπου ο ιδιωτικός τομέας θα είναι μικρότερος και σχετικά περιορισμένος.

Οι επικριτές αυτή της τακτικής είναι πολύ και υπενθυμίζουν ότι το καπιταλιστικό σύστημα έχει συμβάλλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη και οικονομική άνθιση του δυτικού κόσμου. Επιπλέον, όμως δέχονται ότι το ο καπιταλισμός έχει βιώσει σειρά οικονομικών κρίσεων, τις οποίες όμως ξεπέρασε και βελτιώθηκε. Παράλληλα, υπογραμμίζουν την αποτυχία του σοσιαλιστικού συστήματος και τα προβλήματα που δημιούργησε στις χώρες στις οποίες εφαρμόστηκε.

Μέτρα για τη διάσωση του καπιταλισμού

Η ειρωνεία είναι πως βραχυπρόθεσμα η σωτηρία του καπιταλισμού θα επέλθει με την παρέμβαση του κράτος. Η οργή της κοινής γνώμης είναι δικαιολογημένη σχετικά με το πακέτο σωτηρίας ύψους 2,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων από τα χρήματα των φορολογούμενων. Όμως, τα προγράμματα σωτηρίας που σχεδιάζουν οι κυβερνήσεις δεν έχουν ιδεολογικό χαρακτήρα, αλλά ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Ο Φρανσουά Μιτεράν εθνικοποίησε το 1981 τις γαλλικές τράπεζες, γιατί πίστευε ότι το κράτος θα τις λειτουργούσε καλύτερα. Τώρα όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι κυβερνήσεις εθνικοποιούν τις τράπεζες, καθώς πιστεύουν ότι χρειάζονται τα κρατικά κονδύλια προκειμένου να συνεχίσει η ροή του χρήματος στην αγορά.

Η παρέμβαση του κράτους στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή γίνεται για να μην πληγεί η πραγματική οικονομία από την χρηματοπιστωτική κρίση. Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ο Ρόναλντ Ρέηγκαν και η Μάργκαρετ Θάτσερ συνέβαλαν στη διάσωση τραπεζών και εταιρειών. Στη δεκαετία του 1990 οι Σουηδοί και οι Φιλανδοί προχώρησαν στην εθνικοποίηση των τραπεζών τους και προχώρησαν σε ευρεία μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς παρουσιάστηκαν σοβαρά προβλήματα από τα ανοίγματα των τραπεζών τους. Στη συνέχεια και αφότου η οικονομία επανήλθε, οι δύο χώρες επανιδιωτικοποίησαν τις τράπεζες αυτές.



Τα σχέδια σωτηρία που εφαρμόζονται όμως τώρα είναι διαφορετικού μεγέθους. Εάν η εμπιστοσύνη και ο δανεισμός εξατμιστούν τότε η προσωρινή κάμψη της οικονομίας θα μετατραπεί σε ύφεση.

Εν τω μεταξύ, ακόμη και εάν αποφευχθεί η καταστροφή τα προγράμματα διάσωσης, ενδεχομένως να δημιουργήσουν νέα προβλήματα. Ένα τέτοιο ορατό δίχτυ ασφαλείας μπορεί να οδηγήσει κάποιους να ρισκάρουν ακόμη περισσότερο. Επιπλέον, μπορεί να οδηγήσει σε μία κατάσταση πολιτικοποίησης του δανεισμού.

Προκειμένου λοιπόν οι κυβερνήσεις να περιορίσουν αυτούς τους κινδύνους, δεν θα πρέπει να ανταμείβουν τους προέδρους και τους μετόχους των τραπεζών που διασώθηκαν. Δεν θα πρέπει να ελέγχουν και να κατευθύνουν τα δάνεια σε σημαντικούς πολιτικά τομείς. Εξάλλου, θα πρέπει ν' αφήσουν τις τράπεζες να λειτουργούν βάσει της αγοράς και με στόχο να βγουν από τις τράπεζες το συντομότερο δυνατό.

www.kathimerini.gr με πληροφορίες από Economist και BBC

Παπουτσάκης είπε...

Τις οικονομικές επιδιώξεις του επόμενου προέδρου των ΗΠΑ περιορίζει η επερχόμενη ύφεση


Ο νικητής των αμερικανικών προεδρικών εκλογών της Τρίτης θα αντιμετωπίσει σειρά δυσεπίλυτων οικονομικών προβλημάτων, η κλίμακα των οποίων πλησιάζει εκείνη της κρίσης της δεκαετίας του 1930.

Η εντεινόμενη οικονομική κρίση και το χάος στην Ουόλ Στριτ θα απασχολήσουν τον ερχόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ, που θα πρέπει την ίδια ώρα να σκύψει πάνω στα φλέγοντα ζητήματα της αύξησης του κόστους της υγειονομικής περίθαλψης και της εξάρτησης των ΗΠΑ από τα ξένα ενεργειακά αποθέματα.

Αναλυτές εκτιμούν, όμως, ότι ανεξάρτητα από το ποιος θα νικήσει στις εκλογές της Τρίτης, η μεγαλύτερη πρόκληση θα αφορά τη διαχείριση της βαθιάς και ενδεχομένως μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης. «Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε βαθιά ύφεση, ενώ όταν ο επόμενος πρόεδρος αναλάβει την εξουσία, τα πράγματα θα είναι πιθανότατα χειρότερα από ό,τι είναι σήμερα», λέει ο καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, Κένεθ Ρόγκοφ, που έχει συμβουλέψει την εκστρατεία του Τζον Μακέιν.

Οι δύο υποψήφιοι προσφέρουν αντικρουόμενα σχέδια αντιμετώπισης των οικονομικών προκλήσεων. Ο Ομπάμα προτείνει την προσφορά δεύτερου κυβερνητικού πακέτου οικονομικής στήριξης, αξίας 175 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που θα περιλαμβάνει κεφάλαια για τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας στα έργα υποδομής, αλλά και νέο γύρο φοροαπαλλαγών. «Αυτού του είδους το πακέτο θεωρεί ως άμεση προτεραιότητά του ο γερουσιαστής Ομπάμα. Ο γερουσιαστής Μακέιν θεωρεί ότι αρκεί να ακολουθεί στάση αναμονής και έχει ασπασθεί τις οικονομικές θεωρίες που μας οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση», λέει ο Μπράιαν Ντις, επικεφαλής των οικονομικών συμβούλων του Μπαράκ Ομπάμα.


Ο Νταγκ Χολτς-Ίκινς, οικονομικός σύμβουλος του Τζον Μακέιν, λέει ότι ο γερουσιαστής από την Αριζόνα δεν έχει αντιταχθεί σε καμία πρόταση στήριξης της οικονομίας, αν και επισημαίνει ότι έχει ασκήσει κριτική σε μέτρα, τα οποία θυμίζουν τους στόχους δαπανών των Δημοκρατικών. «Αυτό είναι απλά το σχέδιο δαπανών των Δημοκρατικών, σε νέα συσκευασία», λέει ο κ. Χολτς-Ίκινς, τονίζοντας ότι οι προτάσεις Μακέιν για σχέδιο κόστους 300 δισ. με στόχο την εξαγορά των επισφαλών στεγαστικών δανείων, θα βοηθήσει άμεσα την οικονομία.

Αν και μία ενδεχόμενη οικονομική ύφεση θα κυριαρχήσει στην πολιτική του ερχόμενου προέδρου των ΗΠΑ, η προσοχή του θα πρέπει να στραφεί και σε άλλα, βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, οικονομικά προβλήματα.

Και οι δύο υποψήφιοι υπόσχονται να αναμορφώσουν τους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία της Ουόλ Στριτ, να μειώσουν το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης, να ενισχύσουν τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας και να καταπολεμήσουν το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, ορίζοντας «πλαφόν» στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα για τις μεγάλες βιομηχανίες. Ο Τζον Μακέιν έχει στο μεταξύ δεσμευτεί να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό, μέχρι το τέλος της πρώτης του θητείας. «Αυτές οι υποσχέσεις είναι ανεκπλήρωτες. Αυτό ισχύει για την ενεργειακή αυτονομία, για τον ισοσκελισμό του προϋπολογισμού και για την πρόληψη της ύφεσης», λέει ο Οικονομολόγος του Χάρβαρντ, Τζέφρι Φράνκελ. Ο Τζον Μακέιν θα δώσει τέλος στις φοροαπαλλαγές για τις δαπάνες υγειονομικής ασφάλισης, που βαρύνουν τους εργοδότες, ενώ έχει προτείνει την άρση των απαγορεύσεων άντλησης πετρελαίου από προστατευόμενες ζώνες, αλλά και την ενίσχυση της παραγωγής ηλεκτρικού μέσω της πυρηνικής ενέργειας.

www.kathimerini.gr με στοιχεία από Reuters

Παπουτσάκης είπε...

Τα κερδοσκοπικά κεφάλαια και η απομόχλευση
Τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει την εμφάνισή τους πάρα πολλά hedge funds τα οποία λειτουργούν στη λογική της προσέλκυσης κεφαλαίων υψηλού κινδύνου, για αποδόσεις «ή του ύψους ή του βάθους»
Επιμέλεια: Μάνος Χατζαντωνάκης

Οι συναλλαγές στις χρηματοοικονομικές αγορές τον Οκτώβριο ήταν «θυελλώδεις», «επιθετικές» και κυρίως ωθήθηκαν από ιδιαίτερες κινητήριες δυνάμεις, μία εκ των οποίων θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα βάλει την επενδυτική διάθεση σε «τεντωμένο σχοινί» τους ερχόμενους μήνες: τη λεγόμενη «απομόχλευση» (delevergaing), άλλως, η εσπευσμένη πώληση ενεργητικών για τη συγκέντρωση ρευστού.

Το φαινόμενο αυτό εμφανίστηκε πριν λίγες εβδομάδες ως μια εξήγηση των βεβιασμένων ρευστοποιήσεων που έγιναν στις αγορές και οι οποίες αποδίδονται στα hedge funds, δηλαδή τα κερδοσκοπικά κεφάλαια. Αυτά λοιπόν είναι τόσο εκτεθειμένα σε συναλλακτικές θέσεις σε χρεόγραφα, ώστε πρέπει να πουλήσουν, όταν χρειαστεί, οτιδήποτε διαθέτουν και σε όποια τιμή μπορούν.

Τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει την εμφάνισή τους πάρα πολλά τέτοια κερδοσκοπικά και υψηλής μόχλευσης κεφάλαια - που στην ουσία είναι κεφάλαια αντιστάθμισης επενδυτικού κινδύνου.

Αυτά τείνουν να εξειδικεύονται σε μια ευρεία γκάμα επενδυτικής δραστηριότητας, από τις βραχυπρόθεσμες κερδοσκοπικές «επιδρομές» - που ενδεχομένως συμπεριλαμβάνουν και το short selling (θέσεις ανοιχτής πώλησης, κατά τις οποίες δανείζονται μετοχές, τις πωλούν και μετά τις επαναγοράζουν όταν η τιμή τους έχει πέσει για να τις επιστρέψουν), έως και συναλλαγές σε πετρέλαιο ή και μακροπρόθεσμες επενδύσεις με στόχο τη χειραγώγηση εταιρειών.

Τα hedge funds τείνουν να λειτουργούν στη λογική της προσέλκυσης κεφαλαίων υψηλού κινδύνου, και με τη χρήση της μόχλευσης να εκτελούν τις επενδυτικές τους δραστηριότητες.

Οι αναλυτές λένε ότι πολλά από αυτά τα κερδοσκοπικά κεφάλαια έχουν γίνει απλές «σκιές» του προηγούμενου εαυτού τους, έχοντας υποστεί μεγάλη συρρίκνωση από τις ριζικές αλλαγές των συνθηκών στην αγορά, αλλά και από την έλλειψη της πολύτιμης ρευστότητας.

Η πτώση ή η εξαφάνισή τους, μαζί και η απομάκρυνση της ρευστότητας που παρείχαν, μειώνει επίσης τον όγκο των συναλλαγών σε ορισμένες αγορές, όπως η αγορά του πετρελαίου, γεγονός που έχει αναφέρει και ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας.

«Είναι πειρασμός για τους σχολιαστές να κατηγορούν τον κλάδο των hedge funds για τις πρόσφατες πτώσεις της χρηματοοικονομικής αγοράς», που πληρώνουν το τίμημα της για σειρά ετών εξωφρενικής ανάπτυξης στην πλάτη της πίστωσης, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Πολ Νίβεν, επικεφαλής κατανομής ενεργητικών του οίκου F&C Investments.

Το πρόβλημα όμως είναι πολύ βαθύτερο. Τα χαμηλά επιτόκια στις δυτικές χώρες καθοδηγούσαν τα πάντα στις αγορές, από την τρέχουσα κατανάλωση έως τα περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών και της άνθισης των εξεζητημένων ενεργητικών.

«Από το 2002-2003 και έως την έναρξη της κρίσης, τα ολοένα και μεγαλύτερα επίπεδα μόχλευσης χρεογράφων έχουν επηρεάσει αρνητικά τα νοικοκυριά στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, τις επιχειρήσεις, τις τράπεζες, τον χρηματοοικονομικό κλάδο και τις αναδυόμενες οικονομίες», αναφέρει ο οικονομολόγος Πάτρικ Άρτους της εταιρείας Natixis.

Τα σχόλιά του συμπίπτουν με τις αναλύσεις των οικονομολόγων της Διεθνούς Τράπεζας Διακανονισμών (Bank for International Settlements), της λεγόμενης και «κεντρικής τράπεζας των κεντρικών τραπεζών», οι οποίοι λένε ότι η αιτία του κακού για τη χρηματοοικονομική κρίση ήταν το γεγονός ότι η πίστωση ήταν πολύ φθηνή για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η μόχλευση σημαίνει τον πολλαπλασιασμό της ισχύος ενός χρηματικού ποσού, ή αλλιώς ενεργητικού, μέσω υψηλού επιπέδου σχετικών χρεών, ενώ από την άλλη μεριά η απομόχλευση σημαίνει την απαλλαγή της έκθεσης που αποκτήθηκε μαζί με το χρέος.

Εάν δούμε μόνο τις ευρωπαϊκές τράπεζες, ο λόγος των κεφαλαίων των μετόχων προς την έκθεση κινδύνου, αυξήθηκε από το 21,3 το 1996, στο 36,6 το 2007, καταγράφοντας άνοδο 72%, ενώ τα διαθέσιμα ενεργητικά υπερδιπλασιάστηκαν, σύμφωνα με στοιχεία της Citi Investment Research.

Η κατάσταση γίνεται ιδιαίτερα σοβαρή όταν το ενεργητικό ενός οργανισμού-ιδρύματος «υπερβεί το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της χώρας του», λένε αναλυτές αναφερόμενοι στη «θεαματική» οικονομική κρίση της Ισλανδίας.

Οι σχολιαστές συμφωνούν ότι θα έρθουν δύσκολοι καιροί όσο αφορά το μέτωπο της αγοράς πίστης. Αλλά κανείς δεν αποπειράται να δώσει εκτιμήσεις για νούμερα. Έτσι είναι αδύνατο να εκτιμηθεί το αντίκτυπο στις χρηματοοικονομικές αγορές. Μπορεί να απογειωθούν μετά από έξι μήνες, ή μπορεί να παραμείνουν σε αδράνεια για χρόνια.

Η αβεβαιότητα αυξάνεται από τη μεγαλύτερη παρεμβατικότητα των πολιτικών, που τώρα «έχουν αναλάβει τα ηνία της τύχης των τραπεζών», αλλά δεν δίνουν πολλές ενδείξεις όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις που σκοπεύουν να εφαρμόσουν, κατά τον οικονομολόγο Φρανκ Νίκολας της Natixis Asset Management.

Υπάρχουν δύο διαμετρικά αντίθετα μονοπάτια που θα μπορούσαν να ακολουθηθούν, λέει ο ίδιος. Το ένα είναι η ευρείας κλίμακας απαλλαγή από χρέη, «συμπεριλαμβανόμενων των λιγότερο επικίνδυνων ενεργητικών», και το άλλο, ο μετριασμός - για την ώρα - των νομοθετικών περιορισμών, οι οποίοι θα μπορούσαν να καταστίσουν εφικτή μα περισσότερο σταδιακή απαλλαγή των χρεών.

Ακόμη και στην περίπτωση που οι τράπεζες βελτίωναν τη θέση τους, λένε οι ειδικοί, τα προβλήματα των αναδυόμενων μη πετρελαιοπαραγωγών χωρών και των δυτικών νοικοκυριών, θα αντιμετώπιζαν πολύ πιο ακριβή πίστωση, εξέλιξη που θα έπρεπε να διευθετηθεί.

Ο επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Ντομινίκ Στρος-Καν, προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι οι αναδυόμενες οικονομίες μπορεί να κινδυνεύουν ακόμη από πολύ σοβαρές καταρρεύσεις λόγω της παγκόσμιας κρίσης, εν μέρει επειδή οι επενδυτές ενδέχεται να αποσύρουν την πολύ αναγκαία ρευστότητα.

Στις χώρες του ΟΟΣΑ, κατά τον Άρτους, «η ανάπτυξη θα ήταν στο μηδέν για 5 χρόνια εάν τα επίπεδα χρέους των νοικοκυριών επέστρεφε σε επίπεδα 2002». Η ασθενής ζήτηση θα είχε διαρκείς αρνητικές επιπτώσεις στις εταιρικές επενδύσεις.

Αν δούμε το πιο ρόδινο σενάριο, «εάν τα επίπεδα χρέους σταθεροποιούνταν εκεί που έχουν φτάσει τώρα, θα είχαμε μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη της τάξης του 1,0% με 1,5% στις χώρες του ΟΟΣΑ και 5% στις αναδυόμενες χώρες».

www.kathimerini.gr με πληροφορίες από AFP

Παπουτσάκης είπε...

Μετά τη νίκη, απότομη προσγείωση για τον Ομπάμα
Η κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, η τρομοκρατική απειλή, ο πόλεμος στο Ιράκ και το Αφγανιστάν είναι μερικές από τις δυσκολίες τις οποίες καλείται να αντιμετωπίσει ο 44ος Αμερικανός πρόεδρος με την ανάληψη των καθηκόντων του.
AP



Δύο δύσκολοι πόλεμοι στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν. Μία έκρυθμη κατάσταση πυρηνικού χαρακτήρα με το Ιράν. Ανανεωμένοι ανταγωνισμοί με την Ρωσία και την Κίνα. Μία παγκόσμια διεθνής κρίση που απειλεί με κατάρρευση τη Wall Street. Τρομοκράτες που αναζητούν τρόπους να πραγματοποιήσουν μία νέα επίθεση στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Από την εποχή του Φραγκλίνου Ντ. Ρούσβελτ - ο οποίος ανέλαβε την εξουσία στην περίοδο της Μεγάλης Κρίσης - έχει να αντιμετωπίσει κάποιος Αμερικανός πρόεδρος μια σειρά από τόσο σημαντικά παγκόσμια προβλήματα.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη από όλες τις προκλήσεις για τον Μπαράκ Ομπάμα είναι η «αναστύλωση» του «τσαλακωμένου» προφίλ των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή, μετά τον σκανδαλώδη πόλεμο στο Ιράκ και την βαθειά κρίση στο καπιταλιστικό σύστημα.

Πριν από οκτώ χρόνια, ο κόσμος βασίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες σαν ηγέτιδα δύναμη. Σήμερα, αντιμετωπίζεται ολοένα και περισσότερο σαν ένα έθνος που παρακμάζει και παραδίδει τα ηνία πιθανώς στην Κίνα μέσα στην επόμενη γενιά.

Μπορεί άραγε ο Ομπάμα να μεταμορφώσει την Αμερική στην υπερδύναμη που υπήρξε; Με τον «αέρα» του υπερβολικού εκθειασμού, ελκύει γύρω του τα πλήθη. Για το λόγο αυτό, δεν θα έχει πρόβλημα να κάνει την Αμερική πιο δημοφιλή από ό, τι υπήρξε επί προεδρίας Τζ. Μπους. Αντ' αυτού, θα έχει μια δυσκολότερη αποστολή με το να επαναφέρει την ισχύ και την επιρροή στην χώρα του.

Το όραμα του Ομπάμα για αλλαγές στην εξωτερική πολιτική μπορεί να έχει μία βαθειά επίδραση στις αναζητήσεις του έθνους για διατήρηση της αποκλειστικής υπερδύναμης. Η αλλαγή περιλαμβάνει κινήσεις που απασχολούν ολόκληρο τον πλανήτη, όπως η σταδιακή απόσυρση των στρατευμάτων από το Ιράκ και δυναμική δράση απέναντι στην κλιματική αλλαγή, ένα ζήτημα για το οποίο ο προκάτοχός του Τζ. Μπους κατηγορείται ότι αμέλησε.



Πάντως, κάποια άλλα σχέδια του Ομπάμα είναι πιο αμφιλεγόμενα. Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος επιθυμεί να αυξήσει τα αμερικανικά στρατεύματα στο Αφγανιστάν, το οποίο θεωρεί ότι είναι επίμαχο σημείο στον αγώνα ενάντια στην Αλ Κάιντα. Επιπλέον, έχει προτείνει μία πιο διαλλακτική στάση απέναντι σε έθνη τα οποία η κυβέρνηση Μπους αντιμετώπιζε ως παρείσακτα.

Ο Μπαράκ Ομπάμα προτείνει ότι θα επιτρέψει άμεσες διπλωματικές επαφές με το Ιράν. Επίσης, δήλωσε ότι είναι ανοιχτός σε μια συνάντηση με τον Κουβανό ηγέτη, Ραούλ Κάστρο. Αναμένεται, ακόμα, ότι θα είναι θετικός στην αποστολή ειδικών στην Βόρεια Κορέα. Ο Ομπάμα έχει ήδη κάνει μεγάλα άλματα σε ό, τι αφορά στην επανόρθωση των προβληματικών δια-αμερικανικών δεσμών.

Η απόφασή του να πραγματοποιήσει μια μεγάλη περιοδεία στην Γηραιά Ήπειρο μέσα στο προηγούμενο καλοκαίρι καθώς επίσης και ο ξεσηκωτικός του λόγος περί συμφιλίωσης κοντά στο Τείχος του Βερολίνου έστειλαν ένα δυνατό μήνυμα ελπίδας για ανάπτυξη σχέσεων συνεργασίας με την Ευρώπη και όχι ανταγωνιστικής στάσης.

Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μ. Ριφκιντ, δήλωσε ότι ο εξαπλωμένος στην Ευρώπη αντιαμερικανισμός, θα καταλαγιάσει χάρη στις αλλαγές που αναμένεται να κάνει ο Ομπάμα στην εξωτερική πολιτική, συμπεριλαμβανομένης και της διακοπής της λειτουργίας των φυλακών στο Γκουαντανάμο.

Ωστόσο, την ίδια ώρα που ο Ομπάμα εμπνέει γύρω του πολύ κόσμο με τον ιδεαλισμό και τα μηνύματα αλλαγής, η απειρία του σε εξωτερικά ζητήματα έχει εγείρει ανησυχίες για το αν θα καταφέρει να αντιμετωπίσει τη σκληρή πολιτική της Β. Κορέας, της Ρωσίας, του Ιράν ή της Κίνας.

Ο διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Μάικ Μακ Κόνελ, είχε δηλώσει ότι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ θα έρθει αντιμέτωπος με μια περίοδο αυξημένης διεθνούς αστάθειας, υψηλού κινδύνου τρομοκρατικών επιθέσεων, έξαρση επικίνδυνων εξεγέρσεων και με μια μείωση της αμερικανικής εξουσίας στον κόσμο.

Ο Ντάνιελ Κόρσκι, ειδικευμένος Ευρωπαίος Επίτροπος σε θέματα Εξωτερικών Σχέσεων, πρότεινε στον Ομπάμα να περιορίσει την ρητορική αλαζονεία του προκειμένου να αποφύγει εξωπραγματικές προσδοκίες. Ο ίδιος πιστεύει ότι η περίπτωση του Πακιστάν και του Αφγανιστάν αντιπροσωπεύουν την πιο δύσκολη πρόκληση ασφαλείας για τον Μπαράκ Ομπάμα.

Οι κίνδυνοι σε αυτές τις δύο χώρες είναι ξεκάθαροι: επτά χρόνια μετά την εισβολή στο Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν έχουν ανασυγκροτήσει και θέσει μία σημαντική πρόκληση. Μάλιστα, βρήκαν συμπαράσταση και υποστήριξη από φυλές του γειτονικού Πακιστάν, όπου αγωνιστές του Ισλάμ απειλούν την αδύναμη κυβέρνηση που ελέγχει το οπλοστάσιο πυρηνικών.

Ο Πάντι Ασντάουν, πρώην γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, υποστήριξε ότι ένα Αφγανιστάν ελεγχόμενο από τους Ταλιμπάν θα αποτελούσε ασφαλές καταφύγιο για τους τρομοκράτες. «Βαδίζουμε προς την οδό της αποτυχίας στο Αφγανιστάν και οι συνέπειες θα ήταν εφιαλτικές», και πρόσθεσε: «Η πτώση του Πακιστάν θα σημάνει ότι τα πυρηνικά όπλα θα περάσουν στα χέρια μιας ισλαμιστικής κυβέρνησης, η σύρραξη θα διευρυνθεί και το Αφγανιστάν θα είναι ο παράδεισος της Αλ Κάιντα».



Συνιστά στον Αμερικανό πρόεδρο να συγκαλέσει μία διεθνή ειρηνευτική σύνοδο με συμμετοχές όπως αυτή του Ιράν και της Κίνας. «Θυμίζει μήνα του μέλιτος γιατί ο κόσμος προσδοκά από τον πρόεδρο να τους δώσει έναν λόγο να αγαπήσουν και πάλι τις Ηνωμένες Πολιτείες», τόνισε.

Η ομάδα του Ομπάμα συμφωνεί. Βέβαια, οι σύμβουλοι προειδοποιούν ότι ο Ομπάμα μπορεί απλώς να μεταφέρει τα στρατεύματα από το Ιράκ στο Αφγανιστάν. Αλλά και μία ακόμα υπόθεση που θα πρέπει να αντιμετωπίσει είναι το πρόβλημα στη Μέση Ανατολή και ειδικότερα τη διαμάχη μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης που αποτελεί πηγή αστάθειας και τροφοδοτεί την τρομοκρατία στην περιοχή. Δεν είναι σαφές αν ο Μπαράκ Ομπάμα κάνει άμεσα μια προσπάθεια για την επίλυση της διαμάχης. Πιθανώς, να περιμένει μέχρι τις εκλογές στο Ισραήλ τον Φεβρουάριο προτού αναμειχθεί στην κατάσταση. Αν όμως ο Μπενιαμίν Νετανιάχου επιστρέψει στην εξουσία, υποστηρίζει, τότε οι ελπίδες θα είναι ελάχιστες για οποιαδήποτε πρόοδο.

www.kathimerini.gr